Το παράλογο και ο Χρόνος. (Μέρος ΙΙΙ)

Για όλες τις μέρες μιας άχαρης ζωής, ο χρόνος μάς στηρίζει. Έρχεται όμως πάντα η στιγμή που χρειάζεται να τον στηρίξουμε κι εμείς.
Ζούμε με το μέλλον: «αύριο», «αργότερα», «όταν θα τακτοποιηθείς σε μια δουλειά», «όταν μεγαλώσεις θα καταλάβεις».
Αυτές οι συνέπειες είναι θαυμαστές, γιατί τελικά θα πεθάνουμε.

Μα φτάνει η μέρα που ο άνθρωπος διαπιστώνει ή λέει ότι είναι τριάντα χρονών. Eπιβεβαιώνει έτσι τη νιότη του. Την ίδια στιγμή όμως συγκρίνει τον εαυτό του με το χρόνο. Παίρνει θέση σ’αυτόν.
Αναγνωρίζει ότι βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή και παραδέχεται ότι πρέπει να την περάσει.
Ανήκει στο χρόνο και, με τη φρίκη που τον κυριεύει, αναγνωρίζει σ’αυτόν τον χειρότερο εχθρό του.
Το αύριο, ευχόταν το αύριο, όταν όλο του το είναι θα ‘πρεπε να το αρνηθεί.
Αυτή η επανάσταση της σάρκας είναι το παράλογο.

Το παράλογο και η… ελευθερία! (Μέρος ΙΙ)

Για την ελευθερία, έχω ακριβώς την ίδια αντίληψη με τον φυλακισμένο ή τον σημερινό άνθρωπο μέσα στο Κράτος.

Ο άνθρωπος της καθημερινότητας, πριν γνωρίσει το παράλογο, ζει με στόχους, φροντίδα για το μέλλον ή για τη δικαίωση (απέναντι σε ποιον ή τι, δεν είναι εδώ το θέμα) εκτιμά τις ευκαιρίες που του παρουσιάζονται, υπολογίζει στο αύριο, στη σύνταξή του ή στη δουλειά των παιδιών του.

Πιστεύει ακόμα ότι μπορεί να κατευθύνει ορισμένα πράγματα στη ζωή του. Στην πραγματικότητα, ενεργεί σαν να ήταν ελεύθερος, ακόμα κι αν όλα τα γεγονότα διαψεύδουν τούτη την ελευθερία.

Μετά τη γνωριμία με το παράλογο, τα πάντα κλονίζονται. Τούτη η ιδέα του «υπάρχω», ο τρόπος μου να δρω λες και τα πάντα έχουν νόημα, όλα αυτά διαψεύδονται με ιλιγγιώδη τρόπο από τον παραλογισμό ενός πιθανού θανάτου.

Να σκέφτεσαι την επαύριο, να θέτεις ένα σκοπό, να έχεις προτιμήσεις, όλα αυτά προϋποθέτουν ότι πιστεύεις στην ελευθερία, ακόμα κι αν διαπιστώνεις πού και πού ότι δεν τη νoιώθεις.
Μα τούτη τη στιγμή, αυτή η ανώτερη ελευθερία, η ελευθερία του είμαι που θεμελιώνει από μόνη της μιαν αλήθεια, ξέρω λοιπόν ότι δεν υπάρχει.

Ο θάνατος είναι παρών ως μοναδική πραγματικότητα. Μετά απ’αυτόν, τέρμα το παιχνίδι.

Αλμπέρ Καμύ – Ο μύθος του Σισύφου

Αυτά που κατά κάποιο τρόπο ορίζουν τη ζωή είναι τα έργα, οι πράξεις, οι σκέψεις και τα θέλω τα δικά μας και των άλλων. Πέρα από κάθε μεταφυσική αντίληψη που έχουμε για τη ζωή και το θάνατο, η αλήθεια είναι ότι όλα τα παραπάνω «λήγουν» εδώ και αόριστη η ημερομηνία λήξης… Και ρωτώ:
Είναι παραλογισμός να πιστεύουμε ότι είμαστε ελεύθεροι;
Είναι λογικό να πιστεύουμε ότι είμαστε ελεύθεροι;

Τι εστί παράλογο; (Μέρος Ι)


Στον καθημερινό άνθρωπο δεν αρέσει καθόλου να χαζεύει.
Όλα των ωθούν στο αντίθετο.
Συγχρόνως όμως, το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι ο εαυτός του, κυρίως αυτό που θα μπορούσε να είναι! Από εδώ ξεκινάει το ενδιαφέρον του για το θέατρο, για το θέαμα, όπου του παρουσιάζονται τόσα πεπρωμένα που του προσφέρουν την ποίησή τους, δίχως την οδύνη της πίκρας τους. Εδώ τουλάχιστον αναγνωρίζουμε τον χωρίς συνείδηση άνθρωπο που συνεχίζει βιαστικά την πορεία του προς κάποια άγνωστη ελπίδα.
Ο παράλογος άνθρωπος αρχίζει εκεί όπου ο άλλος τελειώνει, εκεί όπου, σταματώντας να θαυμάζει το παιχνίδι, το πνεύμα θέλει να πάρει μέρος σ’αυτό. Να διεισδύσει σ’όλες τούτες τις ζωές, να δοκιμάσει την πολλαπλότητά τους, συγκεκριμένα να τις υποδυθεί.

Ο ηθοποιός βασιλεύει στο φθαρτό. Απ’όλες τις δόξες, η δική του είναι η πιο εφήμερη. Μα, όλες οι δόξες είναι εφήμερες! Από τη σκοπιά ενός μακρινού αστεριού, τα έργα του Γκαίτε σε δέκα χιλιάδες χρόνια θα είναι σκόνη και το όνομά του θα έχει λησμονηθεί. Τούτη η ιδέα υπήρξε πάντα διδακτική. Μελετημένη σωστά, περιορίζει τις ανησυχίες μας στη βαθιά ευγένεια που χαρακτηρίζει την αδιαφορία. Κατευθύνει τις σκέψεις μας προς το πιο βέβαιο, δηλαδή το άμεσο.

Απ’όλες τις δόξες, η λιγότερη απατηλή είναι εκείνη την οποία ζει κανείς.

Άλπμερ Καμύ – Ο μύθος του Σισύφου

Τι είναι το παράλογο; Έχεις «λογική»; Πως το αντιμετωπίζει ο άνθρωπος;
Η συμπόρευση με το παράλογο ωθεί σε ενέργειες που πολλές φορές αποδίδουμε στη λογική. Πόσο καλά γνωρίζουμε τους εαυτούς μας;
Στη Θεματική Εβδομάδα που αρχίζει με αυτό το
post γίνεται μια μικρή προσπάθεια εκλογίκευσης του παραλόγου.


Αν η ζωή είναι παράλογη, εφόσον την ζεις, συμμετέχεις κι εσύ! 😉

Τα φίλτρα του Σωκράτη

Μια μέρα εκεί που ο Σωκράτης έκανε τη βόλτα του στην Ακρόπολη,
συνάντησε κάποιον γνωστό του, ο οποίος του ανακοίνωσε ότι έχει να του
πει κάτι
πολύ σημαντικό που άκουσε για κάποιον από τους μαθητές του.
Ο Σωκράτης του είπε ότι θα ήθελε, πριν του πει τι είχε ακούσει, να

του κάνει τρεις ερωτήσεις.

* «Τρεις ερωτήσεις;» ρώτησε με απορία ο άλλος.
* Ναι, πριν μου πεις τι άκουσες για το μαθητή μου θα ήθελα να κάτσουμε
για ένα λεπτό να φιλτράρουμε αυτό που θέλεις να μου πεις..

* Το πρώτο φίλτρο είναι αυτό της αλήθειας. Είσαι εντελώς
σίγουρος ότι αυτό που πρόκειται να μου πεις είναι αλήθεια;

* Ε…. όχι ακριβώς, απλά άκουσα να το λένε…
* Μάλιστα άρα δεν έχεις ιδέα αν αυτό που θέλεις να μου πεις είναι
αλήθεια ή ψέματα.

* Ας δοκιμάσουμε τώρα το δεύτερο φίλτρο αυτό της καλοσύνης.
Αυτό που πρόκειται να μου πεις για τον μαθητή μου είναι κάτι καλό;

* Καλό; Όχι το αντίθετο μάλλον…
* Άρα, συνέχισε ο Σωκράτης θέλεις να πεις κάτι κακό για τον μαθητή μου
αν και δεν είσαι καθόλου σίγουρος ότι είναι αλήθεια.

Ο άλλος έσκυψε το κεφάλι από ντροπή και αμηχανία.
* Παρόλα αυτά συνέχισε ο Σωκράτης μπορεί ακόμα να με ενδιαφέρει τι έχεις να πεις γιατί υπάρχει και το τρίτο φίλτρο.
* Το φίλτρο της χρησιμότητας. Είναι αυτό που θέλεις να μου πεις
για τον μαθητή μου κάτι που μπορεί να μου φανεί χρήσιμο σε κάτι;

* Όχι δεν νομίζω…
* Άρα λοιπόν αφού αυτό που θα μου πεις δεν είναι ούτε αλήθεια, ούτε
καλό ούτε χρήσιμο, γιατί θα πρέπει να το ακούσω;

Ο τύπος έφυγε ντροπιασμένος, έχοντας πάρει ένα καλό μάθημα…
Το παραπάνω περιστατικό δείχνει γιατί ο Σωκράτης ήταν τόσο σπουδαίος
φιλόσοφος και έχαιρε τόσο μεγάλης εκτίμησης.

Εμείς κατά πόσο «φιλτράρουμε» τις πληροφορίες που δεχόμαστε;
Πόσο βοηθά τη ζωή μας να ξέρουμε τόσα πολλά και ασήμαντα και να μοιάζουμε με «κάδους» γεμάτους άχρηστες πληροφορίες;